Η απάντηση ήταν περιττή: εκεί, πάνω στο στήθος της, λαμποκοπώντας αλλόκοτα, ήταν το μοχθηρό λουλούδι. Τα λευκά του πέταλα είχαν τώρα κόκκινες κηλίδες, ζωηρές σαν στάλες φρέσκο αίμα.
Μα ο δυστυχής γαμπρός ούτε καν το πρόσεξε μέσα στη φρίκη του καθώς αντίκρισε το κενό του προσώπου της. Τραβηγμένο και χλωμό σαν από θανατηφόρα αρρώστια, το νεαρό πρόσωπο που τόσο υπέροχο έμοιαζε πριν από μια ώρα, έμοιαζε τώρα γερασμένο, ρημαγμένο από τη φαρμακερή δράση του φυτού που του είχε ρουφήξει τη ζωή. Ούτε συνείδηση στα μάτια ,ούτε λέξη στα χείλη, ούτε η παραμικρή κίνηση του χεριού – μόνο η αδύναμη ανάσα, ο τρεμάμενος σφυγμός και τα ορθάνοιχτα μάτια μαρτυρούσαν πως ήταν ζωντανή.
Λουίζα Μέι Άλκοτ, Χαμένοι στην Πυραμίδα ή Η Κατάρα της Μούμιας (1869)
Μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου